Παντοπώλεις
{videobox}videos/mpakalis_mp4_small.mp4{/videobox} | {videobox}sounds/Arapis_Pantopwlis.mp3{/videobox} |
Ο μπακάλης ή παντοπώλης, είναι ένα επάγγελμα που αρχίζει να εκλείπει μετά την ίδρυση των σύγχρονων super markets. Είναι χαρακτηριστικό ότι, το τελευταίο μισό του 20ου αιώνα υπήρχαν στη Μυτιλήνη και στα περίχωρά της περίπου 250 παντοπωλεία, που απασχολούσαν και αρκετούς υπαλλήλους (αφού ένα μεσαίου μεγέθους μπακάλικο απασχολούσε περίπου τρεις υπαλλήλους, ενώ ένα μεγάλο περίπου εφτά). Στη Μυτιλήνη οι παντοπώληδες ήταν οργανωμένοι σε σωματείο και είχαν για προστάτη του επαγγέλματος τον Άγιο Θεόδωρο, η γιορτή του οποίου στις 17/02, αναγνωρίζεται και σήμερα ως αργία για τα εμπορικά μαγαζιά της Μυτιλήνης.
Τα παντοπωλεία (όπως και τα περισσότερα καταστήματα σήμερα) βρίσκονταν σε κομβικά σημεία κάθε περιοχής, ώστε να είναι προσβάσιμα για τους καταναλωτές. Για την προσέλκυση πελατών, έβαζαν έξω από το μαγαζί τους διάφορα προϊόντα που λειτουργούσαν ως «κράχτες», ενώ η διαφήμιση γινόταν «από στόμα σε στόμα». Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ένας παντοπώλης της Μυτιλήνης: «για μας τηλεόραση είναι η γλυκιά η γλώσσα των πελατών μας». Κύριο χαρακτηριστικό των (παλιών) παντοπωλείων, ήταν οι διευκολύνσεις που έκαναν στους πελάτες, όπως τα «βερεσέδια» (δηλαδή η πώληση προϊόντων «επί πιστώσει») και η μεταφορά των προϊόντων στα σπίτια των πελατών (χωρίς πρόσθετη χρέωση).
Για να «κερδίσει» τους πελάτες του ο μπακάλης δεν μπορούσε να είναι ένας απρόσωπος υπάλληλος πίσω από το ράφι μιας μηχανής. Έπρεπε να είναι κοινωνικός, τίμιος, ευγενικός, φερέγγυος, γρήγορος και πολλές φορές και πνευματώδης. Επίσης έπρεπε να διαθέτει οργανωτικές ικανότητες (στις προμήθειες και στην ταξινόμηση των εμπορευμάτων) και να υπομένει τις συνεχείς μεταφορές προϊόντων, την πολύωρη απασχόληση και την ορθοστασία. Η εξέλιξη της τεχνολογίας βοήθησε μόνο στη βελτίωση των συνθηκών συντήρησης των τροφίμων με τα ψυγεία (αφού παλιότερα ορισμένα ευπαθή τρόφιμα τα συντηρούσαν με κολώνες πάγου), καθώς και στην ακρίβεια και ευκολία ζύγισης με τις ηλεκτρονικές ζυγαριές, αφού τα υπόλοιπα «σύνεργα» του μπακάλη (στυλό, χαρτί, σακούλες ), παραμένουν λίγο ως πολύ τα ίδια.
Παλιότερα, ορισμένα από τα τρόφιμα που πουλούσαν τα παρασκεύαζαν οι ίδιοι οι παντοπώλες (π.χ. βούτυρο και παστά). Τα μπακάλικα εκτός των τροφίμων πουλούσαν και άλλα είδη που είχε ανάγκη ένα νοικοκυριό (πετρέλαιο, κλωστές, πίτουρα, σκούπες, καρφιά, είδη προικός, ακόμα και φάρμακα κ. α), ενώ πολλές φορές (κυρίως σε χωριά), το μπακάλικο αποτελούσε και ένα είδος καπηλειού, που είχε ένα - δυο τραπεζάκια στα οποία πρόσφερε ούζο και μεζέ.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν
- Συνέντευξη Αράπη Κωνσταντίνου [παντοπώλη], στη Μυτιλήνη, στις 07/07/2005
- Μαυραγάννης Γ. Π., Παλαιοχώρι Πλωμαρίου Λέσβου. Παράδοση - Ιστορία - η Ζωή και τα Έθιμα, Β’ Έκδοση, Αθήνα 1995