Νταμαρτζήδες
{videobox}videos/ntamartzis_mp4_small.mp4{/videobox} | {videobox}sounds/Xiwtis_Ntamartzis.mp3{/videobox} |
Νταμαρτζήδες ονομάζονταν οι εργάτες των λατομείων, που εξόρυσσαν τα πετρώματα για την κατασκευή κτιρίων, καλντεριμιών και άλλων πέτρινων κατασκευών. Οι νταμαρτζήδες δούλευαν ως ελεύθεροι επαγγελματίες (παράλληλα πολλές φορές με μία άλλη εργασία) με δικά τους εργαλεία. Εξόρυσσαν μετά από παραγγελία πέτρες από κάποιο νταμάρι, για την εκμετάλλευση του οποίου πλήρωναν ετησίως κάποιο ποσό στην κοινότητα στην οποία ανήκε. Το αντίτιμο ήταν μικρό και συνήθως ανάλογο με την ποσότητα πέτρας που εξόρυσσαν.
Το είδος πετρών, που είχε ζήτηση κατά κύριο λόγο μέχρι τις αρχές περίπου του 20ου αιώνα, ήταν «γωνίες» για τις οικοδομές, οι οποίες ήταν κυρίως από μαλακή ασπρόπετρα, καθώς και «μυλόπετρες» που ήταν από σκληρή πέτρα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι τεχνίτες που κατασκεύαζαν μικρές οικοδομές, ιδίως στην αγροτική περιφέρεια, χρησιμοποιούσαν (μέχρι σχεδόν τη δεκαετία του 1970) όσες περισσότερες πέτρες μπορούσαν από τον περιβάλλοντα χώρο, αφού οι ιδιοκτήτες δεν διέθεταν αρκετά χρήματα για πληρώσουν μεγάλα φορτία από τα νταμάρια.
Για να φτάσει μία πέτρα να χρησιμοποιηθεί, περνούσε από δύο φάσεις, την εξόρυξη και τη μετέπειτα επεξεργασία της. Για τη εξόρυξη, εφ’ όσον αφορούσε σε πέτρα πολλών στρώσεων (μεγάλου μήκους), χρησιμοποιούσαν δύο τεχνικές: α) τοποθετούσαν σφήνες (50 - 60 πόντων) παράλληλα στα «νερά» της πέτρας και στη συνέχεια τις χτυπούσαν με το «βαριό» (μεγάλο σφυρί) για να ανοίξει η πέτρα «στα νερά της», ενώ τέλος σήκωναν την πέτρα με λοστό. Παλιότερα αντί για σφήνες, έκαναν τρύπες με «βελόνες» (είδος λοστού που απολήγει σε αιχμηρό άκρο), στις οποίες έβαζαν βρεγμένα ξύλα, που όταν στέγνωναν διαστέλλονταν, με αποτέλεσμα να «ανοίξει» η πέτρα β) δημιουργούσαν τρύπες με βελόνες και τοποθετούσαν φυτίλια, ώστε να «ανοίξει» το πέτρωμα με τη χρήση δυναμίτη. Στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν το λοστό. Αντίθετα, αν η εξόρυξη αφορούσε σε πέτρα μίας στρώσης, χρησιμοποιούσαν απ’ ευθείας το λοστό. Τα εργαλεία των νταμαρτζήδων τα κατασκεύαζαν οι σιδεράδες από σίδηρο ή ατσαλωμένο σίδηρο (όχι ατσάλι, γιατί σπάει εύκολα). Τα κυριότερα είναι: βαριός, σφήνες, κασμάδες, φτυάρια, «τσόκος» (εργαλείο με δύο μύτες, με το οποίο άνοιγαν τρύπες), βελόνια (σε διάφορα μεγέθη), καλέμι, «ματρακάς» (είδος σφυριού). Αφού είχε εξορυχτεί η πέτρα, την πελεκούσαν και τη λείαιναν, ώστε να είναι έτοιμη προς χρήση. Συχνά τη διαδικασία αυτή αναλάμβαναν άλλοι ειδικοί τεχνίτες (οι πελεκάνοι).
Σήμερα για τη διαδικασία της εξόρυξης χρησιμοποιούνται ειδικά ηλεκτρικά μηχανήματα, όπως για παράδειγμα κομπρεσέρ, ενώ οι εκρηκτικές ύλες έχουν απαγορευτεί. Με τη δημιουργία εταιριών που εκμεταλλεύονται τα λατομεία, οι αντίστοιχοι εργάτες δουλεύουν ως μισθωτοί.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν
- Συνέντευξη Χιώτη Ευστράτιου [νταμαρτζή] στις Νέες Κυδωνίες (Μπαλτζίκι) Λέσβου στις 02/08/2004
- Συνέντευξη Λέκκα Σόλωνα [πετρά «σετιών» (αναβαθμίδων)] στη Μυτιλήνη, στις 07/03/1997, στο πλαίσιο υλοποίησης του προγράμματος «Κιβωτός Αιγαίου», με επιστημονικό υπεύθυνο το Σ. Χτούρη