Κεραμοποιοί
Κεραμιδάδες ή κεραμιτζήδες ήταν οι τεχνίτες που κατασκεύαζαν στα κεραμοποιεία χειροποίητα κεραμίδια, αλλά και απλά ή/και πυρίμαχα τούβλα. Στη Λέσβο υπήρχαν πολλά οικογενειακά κεραμοποιεία (βιοτεχνίες), αλλά και (λιγότερες σε αριθμό) βιομηχανικές μονάδες, που εξυπηρετούσαν εκτός από τις ανάγκες του νησιού και τα γειτονικά νησιά (Χίο, Λήμνο). Οι κεραμοποιοί χάραζαν συνήθως τα αρχικά τους ή την ονομασία της περιοχής κατασκευής πάνω στα τούβλα που κατασκεύαζαν (π.χ. στα Πάμφιλα Λέσβου, συνεταιρίστηκαν όλα τα κεραμοποιεία της περιοχής και χάραζαν στα τούβλα τη λέξη «Πάμφιλα»).
Λόγω των ειδικών καιρικών συνθηκών που απαιτεί η παραγωγή, οι κεραμοποιοί ασκούσαν τις δραστηριότητές τους από την άνοιξη ως και το φθινόπωρο. Για την κατασκευή μεσολαβούσαν πολλά στάδια επεξεργασίας: εξεύρεση και μεταφορά του «κεραμιδοχώματος» (αργίλου), καθάρισμα και μετατροπή του χώματος σε λάσπη, ειδική επεξεργασία της λάσπης, κατασκευή των κεραμιδιών και τούβλων με βάση τις μήτρες - καλούπια, στέγνωμα (στον ήλιο) και τέλος ψήσιμο στα καμίνια. Ορισμένοι όροι που χρησιμοποιούσαν οι κεραμοποιοί για να προσδιορίσουν κατηγορίες τεχνιτών που εμπλέκονταν στην παραγωγή, ήταν: σουσμετζής, λασπατζής, ρίχτης, κ.ά.
Τα καλούπια των δομικών τούβλων (τα οποία κατασκεύαζαν οι ίδιοι ως επί το πλείστον), ήταν ορθογώνια ξύλινα κουτιά που στον πάτο τους είχαν ένα σχήμα (ορθογώνιο ή ρόμβο συνήθως), για να δημιουργηθεί μια εσοχή (για λόγους μονώσεως). Τα αντίστοιχα των κεραμιδιών ήταν σιδερένια σε σχήμα μισού κυλίνδρου, με διαφορετική περίμετρο σε κάθε άκρη (ώστε να δημιουργείται κλίση και να φεύγει το νερό από τις σκεπές). Τα καμίνια είχαν θολωτή στέγη και κατασκευάζονταν από έμπειρους τεχνίτες με λάσπη και πέτρες. Ένα μεσαίου μεγέθους καμίνι, είχε τη δυνατότητα να ψήσει μέχρι πέντε με έξη χιλιάδες στοιβαγμένα τούβλα και κεραμίδια. Ως καύσιμη ύλη χρησιμοποιούσαν συνήθως πυρήνα - συνθλιμμένους πυρήνες ελαιόκαρπου.
Η παρακμή στο επάγγελμα του κεραμιδά επήλθε με την τεχνολογική εξέλιξη και τη δημιουργία εργοστασιακών υποδομών για τη μαζική κατασκευή κεραμιδιών, εξέλιξη που δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν τα μικρά οικογενειακά κεραμοποιεία. Έτσι μετά το 1935 περίπου άρχισαν να υπολειτουργούν και στη συνέχεια να κλείνουν το ένα μετά το άλλο.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν
- Συνέντευξη Μπελάλη Απόστολου [κεραμιδά και οδηγού φορτηγών], και Μπελάλη Κώστα (γιου του προηγούμενου), στον Άγιο Στέφανο - Ασπρόπυργο Λέσβου, στις 25/07/2004
- Συνέντευξη Μωραϊτου Γεωργίας, Μανωλάκα Γιάννη, στα Πάμφιλα Λέσβου, στις 24/02/1997, στο πλαίσιο της υλοποίησης του προγράμματος «Κιβωτός Αιγαίου», με επιστημονικό υπεύθυνο τον Σ. Χτούρη
- Μολίνος Σ., Επώνυμα και Συντεχνίες, Εσνάφια, εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 1992: 69
- http://www.aegean.gr/culturelab/Proffesions_gr.htm