Ζωγράφοι, τοιχογράφοι εσωτερικών χώρων
Παρουσίαση της διαδικασίας παρασκευής χρωμάτων και επιχρωματισμού ταβανιών.
Οι ζωγράφοι ταβανιών ήταν τεχνίτες που αναλάμβαναν τη ζωγραφική διακόσμηση των ταβανιών (σπανιότερα και των τοίχων) των σπιτιών, καθώς και τη συντήρηση του ζωγραφικού διάκοσμου. Το επάγγελμα αυτό είχε μεγάλη ζήτηση στο νησί της Χίου από τα τέλη περίπου του 19ου αιώνα - με την ανοικοδόμηση των σπιτιών μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1881, όταν πολλές (αστικές) κατοικίες του νησιού διακοσμήθηκαν με ζωγραφικές παραστάσεις. Η απόλυτη ακμή του συνδέεται με την περίοδο 1922-1935, διάστημα στο οποίο αναδείχτηκαν σημαντικοί τεχνίτες, έργα των οποίων διασώζονται ακόμη σε μερικά αρχοντικά της Χίου και των Οινουσσών.
Η ζωγραφική ταβανιών δεν παρατηρείται μόνο στα αρχοντικά της ανώτερης αστικής τάξης, αλλά και σε κατοικίες μεσαίας τάξης, στην Πόλη της Χίου, στα χωριά του νησιού και στις Οινούσσες. Βέβαια, παρ’ ότι η διακόσμηση δεν ήταν αποκλειστικό προνόμιο των εύπορων στρωμάτων, η κοινωνική διαστρωμάτωση είναι εμφανής στην ποιότητα και στην ποσότητα των διακοσμήσεων - στα σπίτια εύπορων οικογενειών διακρίνεται μεγαλύτερη λεπτομέρεια και ποικίλες καλλιτεχνικές επιλογές σε όλα σχεδόν τα δωμάτια, ενώ στα σπίτια των μεσαίων και (σπανιότερα) των κατώτερων κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων υπάρχουν πιο απλά μοτίβα, που μερικές φορές περιορίζονται στα «κύρια» δωμάτια του σπιτιού, το σαλόνι και την τραπεζαρία.
Η εκμάθηση αυτής της τέχνης, εκτός από την προσωπική καλλιτεχνική κλίση, απαιτούσε τεχνικές γνώσεις οι οποίες θεωρούνταν μυστικές και τις περισσότερες φορές μεταβιβάζονταν στους απογόνους των ζωγράφων - διακοσμητών ως «οικογενειακή παρακαταθήκη». Σπανιότερα το ίδιο ίσχυε για τους βοηθούς τους. Τα υλικά και τα εργαλεία τους ήταν σχεδόν κοινά με αυτά των υπόλοιπων ζωγράφων, ψαρόκολλα, μπογιές σε σκόνη, λαδομπογιές για τα «καδραρισμένα» θέματα, νερό, πινέλα, σκάλα, νήμα, άχυρο, στουπί ή κατσικότριχα για επιδιόρθωση του κονιάματος και δοχεία για το χρώμα.
Η διαδικασία για τη διακόσμηση ενός ταβανιού ξεκινούσε από τη βαφή του ταβανιού σε γκρι χρώμα - το σεντόνι. Στη συνέχεια ο δημιουργός προετοίμαζε το σχέδιό του από το έδαφος - αφού από κοντά υπήρχε μεγάλη αλλοίωση της προοπτικής, «ξεσήκωνε» το σχέδιο σε ένα χοντρό συνήθως χαρτί το οποίο το δίπλωνε στα δύο ή στα τέσσερα, το τρυπούσε με καρφίτσες και όταν το άνοιγε εμφανιζόταν και το συμμετρικό του. Έπειτα, για να βρει τις ευθείες χρησιμοποιούσε νήμα το οποίο είχε βουτήξει σε φούμο και για τη «μεταφορά» του σχεδίου (στάμπας) στο ταβάνι «πότιζε» το χαρτί με καρβουνόσκονη και έτσι από τις τρύπες έβγαινε το σχέδιο - τεχνική που ονομάζεται στάμπα ή στένσιλ. Τέλος, ζωγράφιζε τις στάμπες και τις γύψινες απομιμήσεις και η διακόσμηση ολοκληρωνόταν με τη ζωγραφική των θεμάτων των «κορνιζών».
Τα μέρη του ταβανιού που διακοσμούσαν κατά κύριο λόγο ήταν η ροζέτα και τα περιμετρικά του ταβανιού, ενώ σπανιότερα ήταν ζωγραφισμένη όλη η επιφάνεια του ταβανιού. Τα σχέδια ήταν συνδυασμός γύψινης απομίμησης και ζωγραφικής και κατά κύριο λόγο ήταν επαναλαμβανόμενα από σπίτι σε σπίτι, αλλά διέφεραν από δωμάτιο σε δωμάτιο (π.χ. την τραπεζαρία διακοσμούσαν συνήθως με φρούτα, ενώ το σαλόνι με τοπία της φύσης). Οι κορνίζες - τα ζωγραφικά μέρη, αντλούσαν τα θέματά τους κατά κύριο λόγο από τοπία της Χίου, αν και πολλές φορές οι καλλιτέχνες αντλούσαν θεματικές από τη φαντασία τους. Σπανιότερα ήταν εμπνευσμένα από ευρωπαϊκές τεχνοτροπίες. Η γύψινη απομίμηση επιτυγχάνονταν με τη χρήση δύο ή τριών σκιών στις αποχρώσεις του γκρι που έδιναν την ψευδαίσθηση του όγκου. Οι σκιές σχεδιάζονταν από την αντίθετη πλευρά από όπου φωτιζόταν το σχέδιο, ενώ το μυστικό για πιο αληθοφανή αποτελέσματα στηριζόταν στην ύπαρξη ενός μικρού κενού ανάμεσα στο περίγραμμα και στη σκιά.
Οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι ζωγράφοι - διακοσμητές την περίοδο της κατοχής ώθησαν στην παρακμή το συγκεκριμένο επάγγελμα. Στη μεταπολεμική περίοδο δεν μπόρεσε να ανακάμψει, αφού η διακόσμηση εσωτερικών χώρων υποβαθμίστηκε ως κοινωνική πρακτική, ενώ και οι νέες κατασκευές των οικιακών χώρων με τα χαμηλοτάβανα εσωτερικά δεν ευνοούσαν τη διακόσμηση. Οι περισσότεροι από τους παλιούς τεχνίτες και οι λιγοστοί σύγχρονοι, στράφηκαν στη συντήρηση των παλιών διακοσμήσεων, αλλά και σε «συγγενικά» επαγγέλματα (αγιογράφοι, κατασκευαστές γύψινων διακοσμήσεων στις οροφές των κατοικιών - μια τεχνική αρκετά δημοφιλής στις κατασκευές των δεκαετιών 1960-1970).
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν
- Συνέντευξη Φράσκου Νίκου [ζωγράφου ταβανιών] στη Χίο, 12/07/2005